- ευδιάγνωστος
- -η, -ο (ΑΜ εὐδιάγνωστος, -ον)1. αυτός ο οποίος αναγνωρίζεται εύκολα2. (για νόσο) εκείνη τής οποίας είναι εύκολη η διάγνωση3. πολύ γνωστός, πασίγνωστος.[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + δια-γνωστός (< δια-γιγνώσκω)].
Dictionary of Greek. 2013.